Άρθρο του Καθηγητή καρδιοχειρουργού κ. Ηλιόπουλου στα ΝΕΑ
Η συχνότητα των παθήσεων της αορτής αυξάνεται αλλά παράλληλα οι χειρουργικές τεχνικές βελτιώνονται σημαντικά.
Στις παθήσεις της αορτής περιλαμβάνονται και τα οξέα αορτικά σύνδρομα, δηλαδή ο διαχωρισµός, το διατιτραίνον αθηρωµατικό έλκος και το ενδοτοιχωµατικό αιµάτωµα
Η αορτή είναι η µεγαλύτερη αρτηρία του σώµατος και διοχετεύει οξυγονωμένο αiµα σε όλα τα όργανα και κυρίως τον εγκέφαλο. Οι παθήσεις της αορτής αφορούν σε µη φυσιολογικές ανατοµικές παραμέτρους, όπως η αυξημένη διάµετρος, σε παρουσία σοβαρών αλλοιώσεων, όπως εκτεταµένη αθηρωµάτωση, και σε ιδιαίτερα οξείες καταστάσεις, όπως είναι η ρήξη ή ο διαχωρισµός της αορτής.
Ανεύρυσμα ορίζεται η αύξηση της διαμέτρου ενός αγγείου πάνω από 150% της αρχικής του, ανάλογα µε το φύλο, την ηλικία και το βάρος σώµατος ή η παρουσία µέγιστης διαμέτρου άνω των 5 εκατοστών.
Η επίπτωση του ανευρύσματος της θωρακικής αορτής είναι περίπου 5 µε 10 στους 100.000 ασθενείς ετησίως, µε κορύφωση της εµφάνισης του φαινομένου περί την εξηκοστή µε εβδοµηκοστή δεκαετία της ζωής.
Σε κάθε περίπτωση, τα ανευρύσματα αποτελούν τον κύριο παράγοντα κινδύνου για ρήξη ή διαχωρισµό της αορτής, ενώ όσο µεγαλύτερη είναι η διάµετρος του ανευρύσματος τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητες εµφάνισης των προαναφερθέντων καταστροφικών επιπλοκών.
Η συνηθέστερη αιτία του ανευρύσματος της αορτής είναι η αθηροσκλήρωση. Άλλες αιτίες αποτελούν οι διαταραχές του συνδετικού ιστού, γενετικές διαταραχές, η αρτηριακή Υπέρταση, το κάπνισµα, η παχυσαρκία καθώς και συγγενείς παθήσεις της αορτικής βαλβίδας. Η γενετική προδιάθεση αποτελεί πολύ σηµαντικό παράγοντα για την εµφάνιση παθήσεων αορτής µε ευρέως γνωστά σύνδροµα όπως το σύνδροµα Marfan, Loeys-Dietz, Ehlers-Danlos και Turner, αλλά έχουν ενοχοποιηθεί επίσης δεκάδες γονιδιακές διαταραχές, όπως ελλείψεις γονιδίων ή παρουσία µεταλλαγµένων γονιδίων. Μάλιστα, η έρευνα σε αυτό το πεδίο είναι σηµαντική µε την ανεύρεση ολοένα και περισσότερων σχετιζόµενων γονιδίων.
Γενικότερα, τα νεότερα δεδοµένα και οι κατευθυντήριες οδηγίες τονίζουν την ανάγκη γονιδιακού έλεγχου όλων των µελών της οικογένειας αλλά συστήνεται η διενέργεια των χειρουργικών επεµβάσεων σε πιο πρώιµο στάδιο (δηλαδή σε ανευρύσματα διαμέτρου 4,5εκατοστών) σε αυτές τις οµάδες ασθενών µε σκοπό την πρόληψη θανατηφόρων επιπλοκών.
Οι παθήσεις της αορτής µπορεί να εµφανίζονται σε οποιοδήποτε τµήµα αυτής, και σχετίζονται µε αυξημένο κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών όπως ο διαχωρισµός ή η ρήξη, καταστάσεις οι οποίες εµφανίζουν πολύ Υψηλή θνητότητα και χρήζουν σε κάθε περίπτωση Υπερεπείγουσας αντιµετώπισης. Εποµένως, η πρώιµη διάγνωση πριν την εµφάνιση επιπλοκών, µπορεί να είναι σωτήρια για τον ασθενή. Σε αυτό το πλαίσιο οι πιο επίκαιρες κατευθυντήριες οδηγίες προκρίνουν γενικό έλεγχο σε οµάδες Υψηλού κινδύνου, όπως Υπερτασικοί ασθενείς, καπνιστές, παχύσαρκοι καθώς και ασθενείς µε οικογενειακό ιστορικό παθήσεων της αορτής ή των προαναφερθέντων συνδρόµων.
Στις παθήσεις της αορτής περιλαµβάνονται και τα οξέα αορτικά σύνδροµα δηλαδή ο διαχωρισµός, το διατιτραίνον αθηρωµατικό έλκος και το ενδοτοιχωµατικό αιµάτωµα. Πιο συγκεκριμένα, ο διαχωρισµός της αορτής αποτελεί µια σοβαρότατη πάθηση του καρδιαγγειακού συστήματος. Κατά τον διαχωρισµό, αίµα από ένα ή περισσότερα σχισίµατα του έσω χιτώνα εισέρχεται στο µέσο χιτώνα που είναι εκφυλισμένος και τον σχίζει κατά µήκος του αγγείου, δημιουργώντας έτσι έναν ψευδή αυλό. Η φυσική εξέλιξη του αορτικού διαχωρισµού είναι η ρήξη και ο θάνατος µέσα στις πρώτες 2 ηµέρες στο 50% των ασθενών.
Ασθενείς που θα επιβιώσουν µπορούν να εµφανίσουν δυνητικά χρόνιο διαχωριστικό ανεύρυσμα.
Ο οξύς αορτικός διαχωρισµός τύπου Α κατά Stanford , δηλαδή ο διαχωρισµός ο οποίος περιλαµβάνει την ανιούσα θωρακική αορτή, αποτελεί το πιο συχνό οξύ αορτικό σύνδροµο µε καταστροφικές συνέπειες. Μάλιστα, απαιτούνται µείζονες χειρουργικές επεµβάσεις για την βέλτιστη αντιµετώπιση του ασθενούς µε διαχωρισµό που παρουσιάζεται συνήθως µε αιφνίδιας έναρξης διαξιφιστικό προκάρδιο θωρακικό άλγος.
Οι επεµβάσεις για την αντιµετώπιση των ανευρυσμάτων αορτής είναι µείζονος βαρύτητας και απαιτείται ιδιαίτερη εµπειρία. Η αποκατάσταση των ανευρυσμάτων µε µοσχεύµατα µπορεί να γίνει µε ανοικτές χειρουργικές τεχνικές, µε ενδοαγγειακές µμεθόδους ή µε συνδυασµό των δύο. Στις µέρες µας, οι παθήσεις της αορτής από την αορτική ρίζα έως το αορτικό τόξο αντιµετωπίζονται µε ανοικτή χειρουργική, ενώ στις παθήσεις πέραν του αορτικού τόξου µέχρι και την κοιλιακή αορτή µπορεί να εφαρµοστούν τόσο ανοικτές όσο και ενδοαγγειακές µέθοδοι.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αντιµετώπιση των ανευρυσμάτων της αορτικής ρίζας που πολύ συχνά συνοδεύεται µε ανεπάρκεια της αορτικής βαλβίδας. Η κλασική χειρουργική αντιµετώπιση έγκειται στην αντικατάσταση της αορτικής ρίζας και της αορτικής βαλβίδας µε τη χρήση βολιδοφόρου µοσχεύµατος. Το µεγάλο µειονέκτηµα αυτής της µμεθόδου είναι οι ανεπιθύµητες ενέργειες από τις προσθετικές βαλβίδες που τοποθετούνται.
Στις µηχανικές βαλβίδες υπάρχει η ανάγκη για τη λήψη αντιπηκτικών εφ’ όρου ζωής που δύναται να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές, όπως αιμορραγία και θροµβοεµβολικά επεισόδια. Από την άλλη πλευρά, οι βιοπροσθετικές βαλβίδες εκφυλίζονται έπειτα από κάποια χρόνια και ο ασθενής χρήζει επανεπέµβασης. Για την αποφυγή των παραπάνω έχουν αναπτυχθεί τεχνικές για την αντικατάσταση της αορτικής ρίζας µε διατήρηση της γηγενούς αορτικής βαλβίδας (Επέµβαση David). Η συγκεκριμένη τεχνική παρουσιάζει καλύτερα αποτελέσµατα σε σχέση µε την παραδοσιακή µέθοδο τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και µακροπρόθεσµα, ενώ παράλληλα εµφανίζει και το πλεονέκτηµα του περιορισµού των περιπτώσεων λοιµώδους ενδοκαρδίτιδας. Η εν λόγω µέθοδος τείνει να αποτελέσει την κύρια επιλογή σε νέους ασθενείς µε ανεύρυσµα αορτικής ρίζας, καθώς τους παρέχει αναβαθµισµένη ποιότητα ζωής αλλά απαιτεί την εµπειρία και εξειδίκευση τοΥ Χειρουργού.
Γενικότερα η χειρουργική αντιµετώπιση των ανευρυσμάτων και των διαχωρισµών της αορτής έχει εξελιχθεί µε αποτέλεσµα την σηµαντική βελτίωση των αποτελεσµάτων. Είναι εφικτή η αντικατάσταση της αορτικής ρίζας µε διατήρηση της βαλβίδας του ασθενούς, µια πρωτοποριακή επέµβαση µε εξαιρετικά τόσο µετεγχειρητικά όσο και µακροπρόθεσµα αποτελέσµατα
Comments